Κυριακή 13 Απριλίου 2008

Το δάκρυ…

Δεν τις ελέγχεις τις φορές που το δάκρυ αποφασίζει να ξεκινήσει τη διαδρομή του. Δε μπορείς να κρατήσεις αυτό το ποτάμι, που θαρρείς πως ξεκινά από την πιο ψηλή πηγή και φτάνει με τέτοια ορμή στην εκβολή των ματιών… Και τότε, από τα πιο μέσα σου, καταλήγει στην άκρη του πόρου και αρχίζει να κυλά στα μάγουλα και να καίει κάθε χιλιοστό της διαδρομής του, που χαράζει με τέτοια μαεστρία.

Τι κάνεις εκείνη τη στιγμή; Αν φοράς τα γυαλιά του ηλίου, τότε προσωρινά καλύπτεσαι, αν όχι; Τότε αποκαλύπτεσαι… Τότε, αισθάνεσαι σαν το μικρό, που το έπιασαν σε μια αταξία. Εξάλλου, «οι άντρες δεν κλαίνε». Κι εσύ, κοτζάμ άντρας, 45 χρονών, κλαις σαν παιδί…

Οι φορές που έτυχαν είναι πολύ συγκεκριμένες.

Μια από τις πιο σημαντικές, ήταν τότε, στις 20 του Σεπτέμβρη του 1982, σχεδόν 28 χρόνια πριν. Ήταν Δευτέρα μεσημέρι, στην Σχολή Ευελπίδων, 5 μέρες μετά την παρουσίασή μου. Μόλις είχε τελειώσει το γεύμα και ετοιμαζόμαστε να φύγουμε από τα εστιατόρια. Ήθελα κάτι να ρωτήσω και χωρίς να σκεφτώ την τυπική διαδικασία, πλησίασα έναν δεκανέα της τέταρτης τάξης και του υπέβαλα μια ερώτηση. Εξανέστη!!! Άρχισε να ουρλιάζει σαν υστερικός (ή μήπως ήταν;) και απευθυνόμενος σε μένα, με ελεεινό τρόπο, μου έλεγε ότι είμαι «ψαρούκλα», «αστρατιωτικοποίητος», μου ζήτησε να αναφερθώ. Σάστισα. Μόλις 5 μέρες και δεν είχα δει το παραμικρό, τελικά! Κι εκεί που ούρλιαζε μπροστά στο πρόσωπό μου, μου λέει να φύγω τρέχοντας από μπροστά του και να πάω κάπου 150 μέτρα μακριά και να του αναφερθώ! Κι έφυγα τρέχοντας… Και έφτασα στα 150 μέτρα και σταμάτησα. Έκανα μεταβολή και αναφέρθηκα ζωηρά. Όλη η Σχολή παρακολουθούσε έναν πρωτοετή 5 ημερών, που αναφερόταν δυνατά σε έναν δεκανέα της τέταρτης τάξης, που σε λίγους μήνες θα ορκιζόταν Ανθυπολοχαγός… Φυσιολογικό για το περιβάλλον, απρόβλεπτο για μένα, που ακόμη ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΣΤΕΙ… Όταν αναφέρθηκα, μου είπε ότι δεν άκουσε και μου ζήτησε να επαναλάβω πάλι το ποιος είμαι. Πάλι άρχισα να φωνάζω, πάλι δεν άκουσε και πάλι από την αρχή… Την 5η ή 6η φορά δεν άντεξα. Έφυγα τρέχοντας προς το θάλαμό μου… Έτρεχα τόσο γρήγορα, σα να ήθελα να γίνω άνεμος, να πετάξω μακριά από το παρανοϊκό περιβάλλον. Μπήκα στο θάλαμο με μεγάλη ταχύτητα και στάθηκα μπροστά στη ντουλάπα μου… Εκεί, πλέον, δεν άντεξα… Η οργή που με έπνιγε, η απίστευτη πίεση των πρώτων ημερών, η άδικη συμπεριφορά του συγκεκριμένου «ανθρώπου», ξεχείλισαν το ποτάμι και ορμητικά ξεχύθηκαν από τα μάτια μου τα δάκρυα της πίκρας… Η στιγμή που ισορροπεί ο άνθρωπος στο σκοινί της μοναξιάς, ανάμεσα σε τόσα άλλα πρόσωπα. Έκλαψα, έκλαψα με λυγμούς. Ξέσπασα… Δεν ξέρω αν δυνάμωσα ψυχικά. Πέρασα πολλά, αλλά εκείνη η μέρα δεν ξεχνιέται. Ήταν η πρώτη μου φορά που έκλαψα τόσο, μετά τα παιδικά μου χρόνια… Κι έμεινε ανεξίτηλο εκείνο το κλάμα, κλάμα ψυχής…

Μια άλλη φορά που το δάκρυ ξεχύθηκε με ορμή ήταν αρχές Μάρτη του ’89, όταν έχασα τη γιαγιά μου. Παρέλυσα, ακούγοντας ότι κοιμήθηκε. Κατέρρευσα… Δε θα πω κάτι άλλο σε αυτό. Ήταν όλα τόσο ξαφνικά, χάθηκε σαν την πνοή του ανέμου, μια πραγματικά άγια γυναίκα… Βρισκόμουν στη Ρόδο με μετάθεση. Έφυγα ξημερώματα και βρέθηκα Αθήνα, για να την χαιρετήσω…

Νοέμβρης του ’91, ήταν μια άλλη τόσο χαρακτηριστική φορά. Ορκιζόταν ο αδερφός μου στην Αεροπορία, σμηνίτης. Ήμουν έντονα φορτισμένος συναισθηματικά εκείνη την περίοδο . μου είχε κοστίσει αφάνταστα και η πολιτική δίωξη που γνώριζα, με τη μετάθεσή μου από τη Ρόδο στην Πτολεμαίδα… Όταν άκουσαν τον εθνικό ύμνο, δεν άντεξα. Πάλι η ίδια ορμή του ποταμού των δακρίων να με πνίγει. Στεκόταν η μητέρα μου δίπλα μου. Αμέσως να μου δώσει χαρτομάντιλο, να σκουπίσω τα δάκρια μου… Ξέσπασα στο άκουσμα του εθνικού ύμνου, καθώς όλα γύριζαν στο μυαλό μου…

Γενάρης του ’94 και με κάλεσε στο τηλέφωνο η γυναίκα μου. Βρισκόμουν στην Πτολεμαίδα. Είχε κάνει υπέρηχο. Ήταν κορίτσι. Βγαίνω από το γραφείο μου, φοράω τα γυαλιά του ηλίου, ανάβω την πίπα και έκανα μια βόλτα στο στρατόπεδο. Τα μάτια μου έτρεχαν και γελούσα… Άλλη μια γυναίκα στη ζωή μου… Η πιο μικρή από όλες… Η δική μου γυναίκα… Λίγους μήνες μετά, καθώς μου την έφεραν να τη δω, δεν άντεξα και πάλι. Ήταν μπροστά μου ένα μωρό, που έκλαιγε γοερά, καθώς μόλις το είχαν πάρει από τη φωλίτσα του… Από τότε γίναμε κολλητοί! Ήταν η κολλητούλα μου, το μωρό μου… Σήμερα, 14 χρόνια μετά, είναι η Χρυσάνθη μου!

Γενάρης του 2000. «Έφυγε» ο παππούς μου… Άλλη μια μορφή άγια έφευγε από κοντά μας, έχοντάς μας γεμίσει αγάπη και γνώση. Όλα τα εγγόνια του είμαστε εκεί, στο πλευρό του. Με τίμησε με το ξίφος του. Εξάλλου, το είχε πει, πως ο εγγονός μου που θα γίνει Αξιωματικός, θα πάρει το ξίφος. Ήμουν ο μόνος και το κράτησα. Το έχω φυλαγμένο, δίπλα στο δικό μου. Η τιμή του Αξιωματικού, το ξίφος του. Η στιγμή της απονομής από τον Ανώτατο Πολιτειακό Άρχοντα, όλα στο μυαλό εκείνη την ώρα. Όλα ανάμεικτα, καθώς έφευγε για το μακρινό ταξίδι…

Χτες το πρωί ήταν η τελευταία φορά που δάκρυσα. Ο λόγο; Το πρώτο μετάλλιο της Χρυσάνθης σε αγώνες. Το πρώτο της και μάλιστα χρυσό μετάλλιο. Στην απονομή δάκρυσα και πάλι. Έτσι συμβαίνει.

Σε κάθε προσωπική στιγμή ο άνθρωπος βρίσκεται σε κατάσταση, που μπορεί ένα του δάκρυ να ξεκινήσει το μακρύ ταξίδι προς την έξοδο. Και διαπιστώνω πως με το πέρασμα των χρόνων, η επίσκεψή τους γίνεται συχνότερα. Δε μπορώ να απολογηθώ για αυτό. Απλά, μέσα στη διαδρομή του, γυρίζει η σκέψη στο παρελθόν. Ίσως, για τις στιγμές που φεύγουν σα νερό…

Γιάννης Γ. Αγγέλου

2 σχόλια:

organotis είπε...

Το δάκρυ δείχνει άνθρωπο. Πόσοι δακρίζουν σήμερα; Τι ωραία σκέψη που έχεις και τι όμορφα που γράφεις. ΔΕΝ κανεις εσύ για κόμματα Γιάννη μου. ΔΕΝ θα μπορέσεις να μιλάς την ξύλινη γλώσσα των πολιτικών. Άστο..

Μια κοινωνία για όλους είπε...

Νότη μου, σε ευχαριστώ για τα λόγια καρδιάς. Θεωρώ ευτυχή τη συγκυρία που ανταμώσαμε Ίσως, γιατί, τελικά, μέσα από τις ιδεολογικές ανησυχίες και αναζητήσεις μας, "βρεθήκαμε". Αν για κάτι ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου το ΠΑΣΟΚ, είναι γιατί, μετά το Σεμπέμβρη, ανταμώσαμε και ενωθήκαμε όλοι σε έναν κοινό αγώνα. Και μέσα από αυτό τον αγώνα κερδίσαμε τους εαυτούς μας, κάποιους φίλους και την επαναφορά της πολιτικής στο προσκήνιο. Δε με ενδιαφέρει η ξύλινη γλώσσα και το γνωρίζεις καλά. Αλλά, επιτέλους, ας αφήσουμε λίγο να μιλήσει το συναίσθημα. Πνιγήκαμε στο ρηχό λόγο. Ας πάμε λίγο παρακάτω... Εξάλλου, το δικό μου κέρδος, είναι η φιλία και η εκτίμηση. Είναι το στοίχημα να μπορέσουμε να "βγάλουμε" μπροστά "άλλους πολιτικούς".
Όσο για το δάκρυ, ακόμη και χτες που περιέγραφε η Μελίνα την ορκωμοσία, μου το έστριψε το μαχαίρι... Τα ένιωσα όλα... Και ευτυχώς που τελείωσε γρήγορα, γιατί ήταν έτοιμο πάλι να με "εκθέσει"!!!